Απολίθωμα ονομάζουμε κάθε υπόλειμμα, αποτύπωμα ή ίχνος από ένα φυτικό ή ζωικό οργανισμό που έζησε και πέθανε σε πολύ μακρινές εποχές του παρελθόντος (πριν από 10.000 χρόνια και πλέον), θάφτηκε και διατηρήθηκε έως τις μέρες μας μέσα σε κάποιο ιζηματογενές πέτρωμα.
Τα απολιθώματα αποτελούν την βασική πηγή πληροφόρησης της παλαιοντολογίας. Περιέχουν στοιχεία για την ύπαρξη διάφορων οργανισμών που έζησαν στο παρελθόν και έτσι ρίχνουν φως στην εξέλιξη των ειδών. Επίσης μπορούν να δώσουν μια σχετική κλίμακα στον γεωλογικό χρόνο και με αυτόν τον τρόπο να βρούμε την ηλικία απόθεσης ενός ιζήματος. Τέλος τα απολιθώματα μπορούν να δώσουν στοιχεία για το παλαιό περιβάλλον απόθεσης, καθώς και να βοηθήσουν στην ανεύρεση ορυκτών πρώτων υλών στην βιομηχανία.
Απολίθωση καλείται η διαδικασία μέσω της οποίας δημιουργείται ένα απολίθωμα. Η διαδικασία αυτή αρχίζει μετά το θάνατο, με το θάψιμο του οργανισμού σε ένα υγρό ίζημα ή σε μια άλλη ουσία. Αυτή η διαδικασία προφυλάσσει τον οργανισμό από την διάβρωση και την αποσύνθεση, φυσικές συνέπειες μιας παρατεταμένης έκθεσης στον αέρα και τα βακτηρίδια, που ως αποτέλεσμα θα είχε την ολική καταστροφή των υπολειμμάτων του νεκρού οργανισμού.
Με το πέρασμα των γεωλογικών εποχών μαζί με το ίζημα που σιγά σιγά μετατρέπεται κάτω από διάφορες φυσικοχημικές διαδικασίες σε πέτρωμα, κατά ανάλογο τρόπο λιθοποιούνται και τα διάφορα τμήματα των οργανισμών που έχουν θαφτεί σε αυτό, δηλαδή μετατρέπονται σε απολιθώματα.
Είναι πολύ σπάνιο για τους οργανισμούς κάποιος να διατηρήσει όλα τα μορφολογικά του γνωρίσματα και επιπλέον αυτά να μείνουν αμετάβλητα. Συνήθως μόνο μικρά τμήματα των οργανισμών ή μικροί σε μέγεθος οργανισμοί είναι αυτά που απολιθώνονται και κυρίως τα σκληρά μέρη τους όπως ο σκελετός τους (διάφορα οστά τους), ή το κέλυφός τους. Μαλακά μέρη των ζώων ή των φυτών μόνο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις απολιθώνονται, γιατί συνήθως αυτά αποσυντίθενται και καταστρέφονται πολύ γρήγορα.
Η πλειονότητα των απολιθωμάτων βρίσκεται σε θέσεις που κάποτε αποτελούσαν ένα θαλάσσιο περιβάλλον και αυτό γιατί η διατήρηση των οργανισμών σε χερσαίες συνθήκες είναι πολύ δύσκολη. Οι αναερόβιες συνθήκες που επικρατούν στο βυθό των θαλασσών ή άλλων υδάτινων σωμάτων (π.χ., λίμνες) είναι ιδανικές για την διατήρηση των υπολειμμάτων των οργανισμών μιας και δεν υπάρχουν συνθήκες τέτοιες ικανές που να μπορούν να καταστρέψουν αυτά.
Σχηματισμός απολιθώματος. Αφού ο αρχικός οργανισμός το ψάρι πεθάνει (πρώτη εικόνα), θα πέσει στον πυθμένα και θα θαφτεί στο ίζημα (δεύτερη εικόνα). Κατόπιν, θα υποστεί διάφορες χημικές διαδικασίες, όπως αποσύνθεση, διαγένεση (τρίτη εικόνα) και θα διατηρηθούν τα σκληρά του μέρη. Έτσι, αργότερα, όταν το ίζημα βρεθεί στην επιφάνεια, εμείς θα το βρούμε ως απολίθωμα.
Σε γενικές γραμμές για να διατηρηθεί ένας οργανισμός πρέπει να ισχύουν δύο πράγματα:
α) γρήγορη ταφή για να επιβραδυνθεί η αποσύνθεση από τα βακτηρίδια, την διάβρωση ή την καταστροφή από άλλους οργανισμούς και
β) τμήματα σκληρών μερών ικανά για να απολιθωθούν, όπως οστά, κελύφη, όστρακα.
Πολλές φορές λόγω της γρήγορης ιζηματογένεσης μπορεί να θαφτούν μέσα στο ίζημα και να απολιθωθούν, εκτός από τους οργανισμούς και διάφορα ίχνη ζωής τους, όπως αυγά, ίχνη βάδισης, ερπυσμού κλπ.
Ο χρωματισμός που φέρουν σκληρά τμήματα των διαφόρων ζώντων οργανισμών οφείλεται σε οργανικές ουσίες οι οποίες όμως καταστρέφονται σχεδόν αμέσως όταν πεθάνει ο οργανισμός. Έτσι λοιπόν το χρώμα που αποκτά ένα απολίθωμα δεν είναι το ίδιο με το αρχικό του χρώμα.
Συνήθως το χρώμα των απολιθωμάτων είναι το ίδιο με αυτό των πετρωμάτων που τα περιέχει. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις είναι δυνατόν να διατηρηθεί ο αρχικός χρωματισμός των οργανισμών ιδιαίτερα όταν πρόκειται για απολιθώματα πολύ παλαιών εποχών.
Χρωματισμός απολιθώματος. Όταν ένας οργανισμός πεθάνει, τότε χάνεται το χρώμα που είχε αρχικά και όταν απολιθωθεί αποκτά συνήθως το χρώμα του περιβάλλοντος πετρώματος.
πηγή: http://www.clab.edc.uoc.gr/seminar/heraklio/apolith/SCREEN%201.htm