Αθήνα
Τη Δευτέρα θα είναι ορατό και από την Ελλάδα ένα ενδιαφέρον αστρονομικό φαινόμενο: η διάβαση του μικρότερου πλανήτη του ηλιακού μας συστήματος, του Ερμή, μπροστά από τον ηλιακό δίσκο, καθώς η τροχιά του θα τον φέρει ακριβώς ανάμεσα στη Γη και στον Ήλιο.
Ο Ερμής θα φαίνεται σαν μια σκούρα κουκίδα -το 1/150ό της διαμέτρου του Ήλιου- που θα διασχίζει αργά επί 7,5 περίπου ώρες τον ολοφώτεινο δίσκο του άστρου μας.
Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί το 2006, αλλά η διάβαση τότε δεν ήταν ορατή από την Ελλάδα. Θα ξανασυμβεί στις 11 Νοεμβρίου 2019, οπότε θα είναι ξανά ορατή από τη χώρα μας, ενώ η μεθεπόμενη διάβαση θα λάβει χώρα το 2032.
Κατά μέσο όρο, μέσα σε έναν αιώνα συμβαίνουν 13 ή 14 διαβάσεις του Ερμή. Η πρώτη έγινε αντιληπτή από τον γάλλο αστρονόμο Πιέρ Κασεντί το 1631, δύο δεκαετίες μετά την εφεύρεση του τηλεσκοπίου.
Σύμφωνα με τους αστρονόμους, η διάβαση της 9ης Μαΐου θα είναι ορατή από την Ελλάδα στο μεγαλύτερο μέρος της, όμως ο Ήλιος θα δύσει μια ώρα πριν τη λήξη του φαινομένου και έτσι δεν θα είναι δυνατό να παρατηρηθεί η έξοδος του Ερμή από τον ηλιακό δίσκο.
Η «είσοδος» του πλανήτη στον Ήλιο αναμένεται να λάβει χώρα στις 14:12 (ώρα Ελλάδας), οπότε σε αυτή την πρώτη επαφή ο Ερμής θα εφάπτεται εξωτερικά του Ήλιου. Μετά από τρία λεπτά ο πλανήτης θα έχει εισέλθει πλέον ολόκληρος και θα εφάπτεται εσωτερικά στον ηλιακό δίσκο.
Κατά τις επόμενες έξι ώρες ο Ερμής θα φαίνεται να «διαβαίνει» τον ηλιακό δίσκο, φτάνοντας στο βαθύτερο σημείο της διάβασης στις 17:57. Το φαινόμενο θα ολοκληρωθεί στις 21:42, όταν πια ο Ήλιος θα έχει δύσει, οπότε το τέλος της διάβασης δεν θα είναι ορατό από την Ελλάδα. Το φαινόμενο θα είναι ορατό στην ολότητά του από τη Δυτική Ευρώπη, τη Δυτική Αφρική, καθώς επίσης την ανατολική Αμερική, Βόρεια και Νότια.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η παρατήρηση της διάβασης μπορεί να γίνει μόνο με ειδικά ηλιακά φίλτρα στα τηλεσκόπια ή στα κιάλια, όχι με γυμνά μάτια ή με απλά γυαλιά ηλίου. Η παρατεταμένη παρατήρηση του Ήλιου, ακόμη και όταν αυτός είναι χαμηλά στον ορίζοντα, είναι επικίνδυνη χωρίς ειδικά φίλτρα, αλλιώς υπάρχει κίνδυνος για σοβαρή και μόνιμη βλάβη στα μάτια, ακόμη και τύφλωση.
πηγή: http://news.in.gr/science-technology/article/?aid=1500075537
Δύο ερευνητές μοιράζονται το φετινό βραβείο για την απόδειξη ότι τα φευγαλέα σωματίδια νετρίνα έχουν μάζα
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 06/10/2015 13:08
Δύο ερευνητές μοιράζονται το φετινό Νομπέλ Φυσικής για την ανακάλυψη ότι τα φευγαλέα σωματίδια νετρίνα μπορούν να μεταμορφώνονται από το ένα είδος στο άλλο, ανακοίνωσε η επιτροπή των βραβείων στη Στοκχόλμη.
Η ταλάντωση
Ο Ιάπωνας Τακάκι Καζίτα και ο Καναδός Άρθουρ ΜακΝτόναλντ μοιράζονται το βραβείο και το χρηματικό έπαθλο που το συνοδεύει «για την ανακάλυψη της ταλάντωσης των νετρίνων, η οποία δείχνει ότι τα νετρίνα έχουν μάζα», αποφάσισε η επιτροπή στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα.
Ουσιαστικά οι δύο ερευνητές έδειξαν ότι τα νετρίνα, στοιχειώδη υποατομικά σωματίδια που διαπερνούν κατά δισεκατομμύρια τη Γη χωρίς να καταδέχονται να αλληλεπιδράσουν με την κανονική ύλη, μπορούν να αλλάζουν «ταυτότητα» και να μεταμορφώνονται από ένα είδος νετρίνου σε άλλο, με ελαφρώς διαφορετική μάζα. Η ανακάλυψη, σημειώνει η επιτροπή, δημιουργεί την πρώτη μεγάλη ρωγμή στο λεγόμενο Καθιερωμένο Πρότυπο της σωματιδιακής φυσικής, το οποίο είχε αντέξει για δεκαετίες σε κάθε πειραματική πρόκληση.
Το Καθιερωμένο Μοντέλο, το οποίο περιγράφει όλα τα στοιχειώδη συστατικά της ύλης, απαιτεί από τα νετρίνα να μην έχουν μάζα. Η απόδειξη του αντιθέτου «καθιστά προφανές ότι το Καθιερωμένο Μοντέλο δεν μπορεί να είναι η πλήρης θεωρία για τη λειτουργία των θεμελιωδών συστατικών του Σύμπαντος».
Χαμαιλέοντες
Αν και η ύπαρξη των νετρίνων επιβεβαιώθηκε μόλις τη δεκαετία του 1950, τα σωματίδια αυτά είναι στη πραγματικότητα τα πιο άφθονα στο Σύμπαν μετά τα φωτόνια. Έρχονται σε τρία είδη, ή «γεύσεις», τα νετρίνα ηλεκτρονίων, τα νετρίνια μυονίων και νετρίνα ταυ.
Πάνω από 60 δισεκατομμύρια νετρίνα ηλεκτρονίων που παράγονται από πυρηνικές αντιδράσεις στον Ήλιο λούζουν κάθε τετραγωνικό εκατοστό της Γης κάθε δευτερόλεπτο. Τα περισσότερα απλά διαπερνούν τον πλανήτη, ελάχιστα όμως συγκρούονται με άλλα σωματίδια και επιτρέπουν έτσι την ανίχνευσή τους. Ένας μικρότερος αριθμός νετρίνων παράγονται από την πρόσκρουση κοσμικών ακτίνων στην ατμόσφαιρα.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι τα ηλιακά νετρίνα ηλεκτρονίων που μπορούν να ανιχνευθούν στη Γη είναι τρεις φορές λιγότερα από το αναμενόμενο -τα δύο τρίτα αυτών των σωματιδίων δείχνουν να έχουν εξαφανιστεί μυστηριωδώς.Η απάντηση στο μυστήριο ήρθε τελικά από τους δύο γιγάντιους ανιχνευτές στους οποίους εργάστηκαν οι δύο νομπελίστες.
Takaaki Kajita και Arthur B. McDonald (Πηγή: Προσαρμογή από Ill. N. Elmehed / Nobel Media)
Ο Ιάπωνας Τακάκι Καζίτα, ο οποίος γεννήθηκε το 1959 και είναι σήμερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, χρησιμοποίησε τον ανιχνευτή Super-Kamiokande, ο οποίος κατασκευάστηκε σε ένα παλιό ορυχείο ψευδαργύρου και αποτελείται από μια δεξαμενή με 50.000 τόνους νερού. Είναι σχεδιασμένος να ανιχνεύει νετρίνα που παράγονται στην ατμόσφαιρα.
Ο Καναδός Άρθουρ ΜακΝτόναλντ, ο οποίος γεννήθηκε το 1943 και είναι σήμερα καθηγητής στο Queen’s University του Καναδά, εργάστηκε στον ανιχνευτή SNO μέσα σε ένα εγκαταλειμμένο ορυχείο νικελίου κοντά στο Οντάριο.
Και οι δύο ανιχνευτές είναι σχεδιασμένοι να καταγράφουν λάμψεις φωτός που εμφανίζονταν σε δεξαμενές νερού κατά τις εξαιρετικά σπάνιες συγκρούσεις νετρονίων. Η διαφορά είναι ότι ο SNO ανιχνεύει αποκλειστικά νετρίνα από τον Ήλιο. Οι μελέτες των δύο ερευνητών απέδειξαν ότι τα νετρίνα που δείχνουν να έχουν εξαφανιστεί στην πραγματικότητα έχουν απλώς αλλάξει «γεύση». Η μεταμόρφωση αυτή είναι αδύνατη αν τα νετρίνα δεν έχουν έστω και μικρή μάζα.
Η μεταμόρφωση
Πώς συμβαίνει όμως αυτή η μεταμόρφωση; Στην κβαντική φυσική, ένα σωματίδιο με συγκεκριμένη ενέργεια μπορεί να περιγραφεί και ως κύμα συγκεκριμένης συχνότητας. Τα νετρίνα συμπεριφέρονται σαν τρία κύματα που κινούνται ταυτόχρονα σε υπέρθεση και αντιστοιχούν σε διαφορετικές γεύσεις νετρίνων με ελαφρώς διαφορετική μάζα. Όταν τα κύματα αυτά διαδίδονται στον χώρο, βγαίνουν εκτός φάσης. Ανάλογα με το σημείο όπου κανείς ανιχνεύει τα κύματα, η φάση είναι διαφορετική και τα νετρίνα εμφανίζονται με διαφορετικές ταυτότητες.
Η παράξενη αυτή συμπεριφορά οφείλεται στο γεγονός ότι οι τρεις γεύσεις νετρίνων έχουν ελαφρώς διαφορετικές μάζες. Οι μάζες αυτές πρέπει να είναι μικρές, μέχρι σήμερα όμως δεν έχουν μετρηθεί. Και η μέτρηση των μαζών είναι απαραίτητο να γίνει πριν μπορέσουν οι φυσικοί να προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα από το Καθιερωμένο Μοντέλο. Αναπάντητο παραμένει εξάλλου το ερώτημα του εάν υπάρχουν άλλες, άγνωστες ως σήμερα γεύσεις.
Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα αναμένονται να επιτρέψουν στη σωματιδιακή φυσική να περάσει στο επόμενο κεφάλαιο. Η ανακοίνωση του Νομπέλ Φυσικής έρχεται μια μέρα μετά το Ιατρικής-Φυσιολογίας. Ακολουθούν το Νομπέλ
Χημείας την Τετάρτη, Λογοτεχνίας την Πέμπτη και Οικονομικών Επιστημών τη Δευτέρα. Η απονομή των βραβείων πραγματοποιείται κάθε χρόνο στις 10 Δεκεμβρίου σε μια πανηγυρική τελετή στη Στοκχόλμη. Εξαίρεση το
Νομπέλ Ειρήνης που απονέμεται στο Όσλο.
Ο όρος υπερκαινοφανείς αστέρες ή σουπερνόβα (supernova) αναφέρεται σε διάφορους τύπους εκρήξεων που συμβαίνουν στο τέλος της ζωής των αστέρων κατά τις οποίες παράγουν εξαιρετικά φωτεινά αντικείμενα, αποτελούμενα από πλάσμα, (ιονισμένη ύλη) και των οποίων η αρχική φωτεινότητά τους στη συνέχεια αδυνατίζει μέχρι του σημείου της αφάνειας μέσα σε λίγους μήνες.
Οι υπερκαινοφανείς Τύπου Ia πιστεύεται ότι έχουν παντού την ίδια μέγιστη απόλυτη λαμπρότητα (απόλυτο μέγεθος), και έτσι χρησιμεύουν ως δείκτες-υπολογιστές τεράστιων (κοσμολογικών) αποστάσεων στο Σύμπαν .
Η έκρηξη υπερκαινοφανούς δημιουργεί ένα κύμα στον γύρω χώρο, αφήνοντας ένα είδος νεφελώματος που είναι γνωστό ως υπόλειμμα υπερκαινοφανούς. Οι εκρήξεις σουπερνόβα είναι η κύρια πηγή όλων των βαρύτερων του οξυγόνου στοιχείων, και η μοναδική πηγή πολλών σημαντικών στοιχείων. Για παράδειγμα, όλο το ασβέστιο στα οστά μας και όλος ο σίδηρος του οργανισμού μας έχουν παραχθεί σε κάποια έκρηξη υπερκαινοφανούς, εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Η έκρηξη μεταφέρει αυτά τα βαρέα στοιχεία στο μεσοαστρικό χώρο, εμπλουτίζοντας τα μοριακά νέφη (αστρική σκόνη ή αστρόσκονη) που αποτελούν την πρώτη ύλη για τον σχηματισμό των αστέρων και των πλανητών. Αυτή η διαδικασία εμπλουτισμού είναι που καθόρισε τη σύνθεση του Ηλιακού Συστήματος πριν από 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, και τελικά έκανε εφικτή τη χημεία της ζωής στη Γη. Κάθε άτομο του σώματός μας, κάθε μόριο του αέρα που αναπνέουμε δημιουργήθηκαν σ’ ένα άστρο κι έφτασαν ως εδώ με μια έκρηξη υπερκαινοφανούς. Κατά μια έννοια, είμαστε κυριολεκτικά «παιδιά των αστεριών».
Η έκρηξη υπερκαινοφανούς δημιουργεί ασύλληπτα μεγάλες θερμοκρασίες, και κάτω από τις σωστές συνθήκες, οι αντιδράσεις σύντηξης που λαμβάνουν χώρα μπορούν να δημιουργήσουν ορισμένα από τα βαρύτερα στοιχεία, όπως το καλιφόρνιο.
Οι επιπτώσεις μιας πολύ κοντινής έκρηξης σουπερνόβα θα ήταν καταστροφικές για τη ζωή πάνω στη Γη. Το ωστικό κύμα από μια τέτοια έκρηξη μπορεί να καταστρέψει το προστατευτικό στρώμα του όζοντος. Χωρίς το όζον η ζωή στη στεριά και στα ρηχά νερά θα είναι εκτεθειμένη στις υπεριώδεις ακτινοβολίες, οι οποίες καταστρέφουν το DNA των ζωντανών οργανισμών. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει τα αστέρια αυτά να βρίσκονται σε απόσταση ίση ή μικρότερη από 500 έτη φωτός. Μέχρι στιγμής στην ανθρώπινη ιστορία καμία έκρηξη σουπερνόβα δεν ήταν τόσο κοντά. Η πιο κοντινή έκρηξη που παρατηρήθηκε στην Ιστορία της ανθρωπότητας σημειώθηκε το 1054 στον αστερισμό Ταύρο και ξέσπασε από απόσταση 6.300 ετών φωτός. Στην Προϊστορία, η έκρηξη που δημιούργησε τον αστέρα νετρονίωνGeminga στον αστερισμό Δίδυμοι πρέπει να έγινε σε απόσταση περίπου 510 ετών φωτός από τη Γη. Υπολογίζεται πως στα επόμενα 1.000 χρόνια κάποια από τα αστέρια που απέχουν μόλις μερικές εκατοντάδες έτη φωτός, όπως ο Betelgeuseπου απέχει από εμάς 427 έτη φωτός, θα εκραγούν πιθανότατα ως υπερκαινοφανείς.
Nova στα λατινικά σημαίνει «νέα» και αναφέρεται σε αυτό που μοιάζει να είναι ένα πολύ φωτεινό νέο αστέρι (το ουσιαστικό stella στη Λατινική, που σημαίνει αστέρας, είναι θηλυκό) στην ουράνια σφαίρα. Οι αστρονόμοι του Μεσαίωνα, μη γνωρίζοντας ότι παρατηρούσαν μια έκρηξη, θεωρούσαν ότι επρόκειτο για την εμφάνιση ενός νέου αστεριού, εξ ου και το όνομα, που πρωτοχρησιμοποιήθηκε απ’ τον Τύχο Μπράχε. Το πρόθεμα «υπερ-» (“Super”) ξεχωρίζει αυτό το γεγονός από τους απλούς καινοφανείς αστέρες ή νόβες (novae), που είναι αστρικές εκρήξεις οι οποίες επίσης σχετίζονται με την αύξηση της φωτεινότητας ενός είδους διπλού αστέρα, αλλά σε μικρότερη κλίμακα και μέσω ενός διαφορετικού μηχανισμού. Παρ’ όλα αυτά είναι λάθος να θεωρούμε τη σουπερνόβα ένα νέο αστέρι, επειδή στην πραγματικότητα είναι ο θάνατος ενός αστεριού (η τουλάχιστον η ριζική μετατροπή του σε κάτι τελείως διαφορετικό, ένα αστρικό πτώμα με το πιο φαντασμαγορικό στο σύμπαν κύκνειο άσμα.
Τις σκοτεινές νύχτες χωρίς φεγγάρι, είναι ευκολότερο να χαρούμε τα άστρα του ουρανού. Τότε μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το χρώμα και η ένταση της λάμψης τους μεταβάλλονται για κλάσματα του δευτερολέπτου. Τη μια στιγμή φαίνεται, για παράδειγμα, ένα αστέρι θαμπό και κοκκινωπό, και την άλλη φωτεινό και γαλάζιο.
Τα άστρα που είναι πιο κοντά στον ορίζοντα μοιάζουν να τρεμοπαίζουν εντονότερα από αυτά που είναι ψηλά στον ουρανό. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο ότι το φως τους επηρεάζεται από τη γήινη ατμόσφαιρα. Όταν ένα άστρο βρίσκεται κοντά στον ορίζοντα, το φως του πρέπει να διαπεράσει ένα πιο παχύ στρώμα αέρα απ’ ό,τι το φως άλλων αστεριών, που βρίσκονται ψηλά στον ουρανό, με αποτέλεσμα να υπόκειται σε περισσότερες διαθλάσεις.
Δε συμβαίνει το ίδιο και με τους πλανήτες, όπως η Αφροδίτη και ο Κρόνος. Η ένταση του φωτός των πλανητών είναι πολύ πιο σταθερή, καθώς αυτοί βρίσκονται πολύ πιο κοντά στη Γη απ’ ό,τι τα άστρα. Ενώ τα άστρα μοιάζουν με κουκκίδες, οι πλανήτες φαίνονται αισθητά μεγαλύτεροι στον ουρανό, και γι’ αυτό το φως τους είναι δυσκολότερο να αλλοιωθεί.
Τα άστρα τρεμοπαίζουν 40 περίπου φορές το δευτερόλεπτο, ταχύτερα απ’ ό,τι μπορεί να αντιληφθεί το ανθρώπινο μάτι. Για το λόγο αυτό, το μάτι μας αντιλαμβάνεται μόνο τις πιο αργές διακυμάνσεις του φωτός, που διαρκούν τουλάχιστον 1/15 του δευτερολέπτου.
Οι αστρονόμοι εγκαθιστούν τα μεγάλα επίγεια τηλεσκόπια, στις κορυφές ψηλών βουνών, ώστε το φως των άστρων να επηρεάζεται όσο το δυνατόν λιγότερο από τις αναταράξεις τον ατμοσφαιρικού αέρα. Όταν το φως ενός άστρου διασχίζει την ατμόσφαιρα, συναντάει φυσαλίδες ψυχρού ή θερμού αέρα, οι οποίες λόγω των αναταράξεων μετακινούνται συνεχώς. Οι φυσαλίδες λειτουργούν σαν μικροί φακοί, διαθλώντας το φως προς διαφορετικές διευθύνσεις, με αποτέλεσμα να νομίζουμε ότι το άστρο «τρεμοσβήνει».